Από την Ιωάννα Ντάκου, ψυχολόγο-συστημική ψυχοθεραπεύτρια, συνεργάτιδα του Κέντρου Ψυχοθεραπείας "Φρόσω Φωτεινάκη & Συνεργάτες" (efrosynifotinaki.gr, frossofoteinaki).
Όταν κάνουμε λόγο για τη σχέση γονέα - παιδιού, η πρώτη εικόνα που πιθανά μάς έρχεται στο μυαλό είναι εκείνη ενός ανήλικου παιδιού εξαρτημένου από τη γονεϊκή φροντίδα. Έχουμε συνηθίσει να σκεφτόμαστε τα παιδιά ως πλάσματα που πρέπει να προστατέψουμε, να εμπνεύσουμε και να διαπαιδαγωγήσουμε. Στην πραγματικότητα, ο χρόνος που διαρκεί αυτός μας ο ρόλος είναι συγκριτικά πολύ μικρότερος σε σχέση με τον χρόνο που έχει η σχέση μας όταν πια διαμορφωθεί σε μια σχέση μεταξύ δύο ενηλίκων. Μια σχέση που ο χρόνος αλλάζει σταδιακά και θα έπρεπε από τη συγχώνευση να οδηγείται προς τη διαφοροποίηση, να γίνεται μια σχέση ισότιμη και μη εξαρτημένη.
Έρευνα του Harvard: Πώς οι γονείς καταφέρνουν να μεγαλώσουν παιδιά που είναι εργατικά;
Η πορεία προς την ενηλικίωση του παιδιού είναι μια εξελικτική φάση που ως γονείς συνειδητοποιούμε σταδιακά, όταν αρχίζουμε να βλέπουμε τα έφηβα παιδιά μας να περνούν χρόνο με τους φίλους τους, μετά να μετακομίζουν σε δικό τους σπίτι, να κάνουν συντροφικές σχέσεις και ίσως δικά τους παιδιά. Σε όλες αυτές τις φάσεις οι γονείς χάνουμε όλο και μεγαλύτερο μέρος του ελέγχου που ασκούμε στα παιδιά μας και αυτό είναι το υγιές να συμβαίνει. Αυτό δε σημαίνει ότι εγκαταλείπουμε τον ρόλο μας, εξάλλου η φροντίδα του γονέα είναι μια ισόβια δέσμευση. Σημαίνει, όμως, ότι συνειδητοποιούμε πως μεγαλώσαμε τα παιδιά μας και δεν τα μεγαλώνουμε πια. Σημαίνει ότι αντιλαμβανόμαστε την ανάγκη να είμαστε παρόντες, αλλά διατηρώντας μια διακριτική παρουσία δίπλα τους.
7 τρόποι για να χτίσουμε μια υγιή σχέση με τα ενήλικα παιδιά μας
1. Να μάθουμε να ρωτάμε "Θέλεις να ακούσεις τη γνώμη μου;" χωρίς να θεωρούμε ότι είναι υποχρεωμένα να ακούσουν την οπτική ή την εμπειρία μας για τα προσωπικά τους ζητήματα.
2. Να δημιουργούμε νέους τρόπους επικοινωνίας, προσαρμοσμένους στις ανάγκες τους. Μπορεί να είναι πιο εύκολο για το παιδί να στείλει ένα μήνυμα κάποιες φορές, αντί να καλέσει στο τηλέφωνο, ή να επικοινωνεί λιγότερο συχνά απ’ ό,τι έχουμε συνηθίσει. Είναι ένδειξη ωριμότητας του γονιού να δίνει χώρο και χρόνο σεβόμενος το πρόγραμμα και τις προτεραιότητες του ενήλικου παιδιού.
3. Να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν έχουμε απεριόριστη πρόσβαση στα παιδιά μας. Επειδή είναι παιδιά μας, δε σημαίνει ότι μας χρωστούν κάποια κάρτα ελεύθερης διέλευσης στη ζωή τους. Πρέπει να δεχόμαστε ότι έχουν δικαίωμα να βάζουν όρια και στη δική μας σχέση.
4. Να μη φορτώνουμε τα παιδιά μας με τις προσδοκίες μας για εκείνα. Δεν είναι υποχρεωμένα να μας κάνουν περήφανους, ούτε να μας φροντίσουν αν δεν έχουμε δημιουργήσει μια σχέση ώστε να το νιώθουν, ούτε να εκπληρώσουν για εμάς όσα δεν καταφέραμε στη δική μας ζωή.
5. Να μην τα κάνουμε συναισθηματικούς φροντιστές ή υποκατάστατα κοινωνικής συναναστροφής. Δεν πρέπει τα ενήλικα παιδιά μας να είναι ο συναισθηματικός σύντροφος ή ο φίλος που δεν έχουμε, γιατί τότε αποδίδουμε στο παιδί μας το χρέος να είναι διαθέσιμο να μας φροντίσει, επειδή εμείς δεν έχουμε επενδύσει σε άλλες ενήλικες σχέσεις που μπορούν να το κάνουν.
6. Να σεβόμαστε το δικαίωμά τους να επιλέγουν χωρίς την κριτική μας. Να γίνουμε οι καλύτεροι υποστηρικτές στα σχέδιά τους προσφέροντας ενθάρρυνση και όχι αυτοί που τους επισημαίνουν τα λάθη τους.
7. Να προσπαθούμε διαρκώς η σχέση μας να έχει αληθινό μοίρασμα, με το να επενδύουμε σε ουσιαστικές και ανοιχτές συζητήσεις που περιλαμβάνουν την έκφραση αναγκών και συναισθημάτων.
Ποιος παίρνει την ευθύνη της σχέσης;
Όσο κι αν θέλουμε μια αρμονική συνύπαρξη με τα ενήλικα παιδιά μας, η πραγματικότητα συχνά μπορεί να διαφέρει. Μπορεί η σχέση μας να έχει αμηχανία, απόσταση, αμφισβήτηση, θυμό ή ματαίωση και για τις δύο πλευρές. Όταν συμβαίνει αυτό, πρέπει να θυμόμαστε ότι ο γονιός είναι αυτός που πρέπει να πάρει πρώτος την ευθύνη της σχέσης και να αναλογιστεί αν η συμπεριφορά του παιδιού είναι ένας καθρέφτης της δικής του συνδιαλλαγής μαζί του.
Να αναλογιστεί μήπως το παιδί αισθάνεται υπερβολική κριτική ή παρέμβαση, μήπως δεν του έχουν αναγνωριστεί η ανεξαρτησία και η ιδωτικότητά του, μήπως δεν έχει αρκετό χώρο να υπάρχει ως ενήλικας δίπλα στον γονιό ή μήπως υπάρχουν συναισθηματικά άλυτες εντάσεις από το παρελθόν στη σχέση τους. Παλιές συγκρούσεις, απογοητεύσεις και απόρριψη συχνά επηρεάζουν το πώς επικοινωνούν γονείς και παιδιά ακόμα και δεκαετίες μετά, γι’ αυτό και είναι σημαντικό να μιλήσουμε για όλα αυτά ακόμα και με τη βοήθεια μιας ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας.
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να θυμόμαστε ότι η σχέση γονέα - παιδιού είναι η σχέση "αφετηρία" και η σχέση που μας ακολουθεί πάντα. Μια σχέση που αλλάζει, ωριμάζει και μας καλεί να την κρατάμε ζωντανή βρίσκοντας νέους τρόπους να μένουμε συνδεδεμένοι. Ας κρατήσουμε, λοιπόν, το ότι να είμαστε γονείς σημαίνει να μεγαλώνουμε τους ενήλικες του μέλλοντος και να είμαστε γονείς ενήλικων παιδιών σημαίνει να τα στηρίζουμε χωρίς να τα ελέγχουμε.
ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ SHAPE ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2025
Σχέση γονέων - εφήβων: O 12λογος της αποτελεσματικής επικοινωνίας